Päähine kreikaksi
Käännös: päähine, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
πίλος, θήκη, καπέλο, τραγιάσκα, σκούφος, κόμμωση, κεφαλόδεσμου, κεφαλόδεσμος, κεφαλόδεσμο, κάλυμμα κεφαλής
Muut kielet
Liittyvät sanat: päähine
päähine englanniksi, päähine hautajaisiin, päähine häihin, päähine kauppa, päähine keittiössä, päähine kielisanakirja kreikka, päähine kreikaksi
Käännökset
- pääasiallisin kreikaksi - ηγετικός, κύριος, η κύρια, το κύριο, ο κύριος, το βασικό, την κύρια
- pääasiassa kreikaksi - ως επί το πλείστον, κυρίως, επί το πλείστον, συνήθως, κύριο λόγο
- päähänpisto kreikaksi - αφύσικο, φρικιό, καπρίτσιο, παραξενιά, ιδιοτροπία, κέφι, whimsy
- pääkallo kreikaksi - καύκαλο, κρανίο, κρανίου, του κρανίου, το κρανίο
Satunnaisia sanoja
Päähine kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: πίλος, θήκη, καπέλο, τραγιάσκα, σκούφος, κόμμωση, κεφαλόδεσμου, κεφαλόδεσμος, κεφαλόδεσμο, κάλυμμα κεφαλής
Käännökset: πίλος, θήκη, καπέλο, τραγιάσκα, σκούφος, κόμμωση, κεφαλόδεσμου, κεφαλόδεσμος, κεφαλόδεσμο, κάλυμμα κεφαλής