Päivitellä kreikaksi
Käännös: päivitellä, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
αναβαθμίζω, αναβάθμιση, για την ενημέρωση, για να ενημερώσετε, να ενημερώσετε, την ενημέρωση, να ενημερώσει
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: päivitellä
päivitellä englanniksi, päivitellä merkitys, päivitellä ratkojat, päivitellä ruotsiksi, päivitellä sanakirja, päivitellä kielisanakirja kreikka, päivitellä kreikaksi
Käännökset
- päistikkaa kreikaksi - χαστούκι, ραπίζω, ορμητικά, headfirst, του ορμητικά, με τα μούτρα
- päivetys kreikaksi - μαυρίζω, καφετί, βυρσοδεψώ, μαύρισμα, tan, αχυρόχρωμο, καφέ, ...
- päivittäinen kreikaksi - καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
- päivittää kreikaksi - αναβαθμίζω, αναβάθμιση, ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημερωμένη έκδοση, ενημερωμένη, ενημερωμένης έκδοσης
Satunnaisia sanoja
Päivitellä kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: αναβαθμίζω, αναβάθμιση, για την ενημέρωση, για να ενημερώσετε, να ενημερώσετε, την ενημέρωση, να ενημερώσει
Käännökset: αναβαθμίζω, αναβάθμιση, για την ενημέρωση, για να ενημερώσετε, να ενημερώσετε, την ενημέρωση, να ενημερώσει