Paha kreikaksi

Käännös: paha, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
αισχρός, κακός, βρώμικος, φαύλος, σατανικός, απαίσιος, μαύρος, άρρωστος, άσχημος, βρόμικος, ανέντιμος, ακάθαρτος, κακό, κακού, το κακό, κακά, του κακού
Paha kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: paha

ei paha, hyvä paha mies, iso paha susi, paha aavistus, paha englanniksi, paha kielisanakirja kreikka, paha kreikaksi

Käännökset

  • paavin kreikaksi - αποστολικός, ο Πάπας, του Πάπα, τον Πάπα, ο παπάς, Πάπα
  • paeta kreikaksi - ξεφεύγω, δραπετεύω, απόδραση, διαφυγή, διαφυγής, τη διαφυγή, απόδρασης
  • pahaenteinen kreikaksi - ολέθριος, απελπισμένος, δυσοίωνος, θλιβερός, απειλητικός, απαίσιος, δυσοίωνη, ...
  • pahainen kreikaksi - οικτρός, αξιολύπητος, κακόμοιρος, πενιχρός, φτωχός, άθλιος, καημένος, ...
Satunnaisia sanoja
Paha kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: αισχρός, κακός, βρώμικος, φαύλος, σατανικός, απαίσιος, μαύρος, άρρωστος, άσχημος, βρόμικος, ανέντιμος, ακάθαρτος, κακό, κακού, το κακό, κακά, του κακού