Pila kreikaksi
Käännös: pila, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ανέκδοτο, παιχνίδι, περιφρόνηση, πλάκα, διασκέδαση, αστείο, σκέρτσο, περιφρονώ, φιμώνω, καταφρόνια, κέφι, αστείου, αστεία, το αστείο
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: pila
pila englanniksi, pila merkitys, pila muumit, pila pala, pila pirjo heikkilä, pila kielisanakirja kreikka, pila kreikaksi
Käännökset
- pikkuleipä kreikaksi - μπισκότο, κουλουράκι, μπισκότων, το cookie, μπισκότου
- pikkutakki kreikaksi - παλτό, στρώση, επίστρωση, τρίχωμα, το παλτό
- pilaaminen kreikaksi - κούρσεμα, σύληψη, λαφυραγωγία, λεηλασία, δημεύσεως
- pilaantunut kreikaksi - σαπρός, σαθρός, χάλια, σαπισμένος, κακομαθημένος, χαλασμένος, χαλασμένο, ...
Satunnaisia sanoja
Pila kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ανέκδοτο, παιχνίδι, περιφρόνηση, πλάκα, διασκέδαση, αστείο, σκέρτσο, περιφρονώ, φιμώνω, καταφρόνια, κέφι, αστείου, αστεία, το αστείο
Käännökset: ανέκδοτο, παιχνίδι, περιφρόνηση, πλάκα, διασκέδαση, αστείο, σκέρτσο, περιφρονώ, φιμώνω, καταφρόνια, κέφι, αστείου, αστεία, το αστείο