Pula kreikaksi
Käännös: pula, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
συνωστισμός, λιμός, δίλημμα, αμηχανία, ακαταστασία, υστέρημα, ξηρασία, έλλειψη, έλλειψης, έλλειμμα, ανεπάρκεια, ελλείψεις
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: pula
croatia, kroatia, pula aho, pula airport, pula ajan ruoka, pula kielisanakirja kreikka, pula kreikaksi
Käännökset
- pukki kreikaksi - εμβολίζω, άλογο, κριάρι, αίξ, buck, το buck, δολάριο, ...
- puku kreikaksi - εξοπλισμός, φόρεμα, χιτώνας, ντύνω, ενδυμασία, ρόμπα, τήβεννος, ...
- pulahdus kreikaksi - βουτώ, καταγώγιο, κατάδυση, καταδύομαι, πέφτω, παφλασμός, γδούπο, ...
- pulahtaa kreikaksi - καταγώγιο, καταδύομαι, βουτώ, βουτιά, εμβάπτιση, εμβάπτισης, dip, ...
Satunnaisia sanoja
Pula kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: συνωστισμός, λιμός, δίλημμα, αμηχανία, ακαταστασία, υστέρημα, ξηρασία, έλλειψη, έλλειψης, έλλειμμα, ανεπάρκεια, ελλείψεις
Käännökset: συνωστισμός, λιμός, δίλημμα, αμηχανία, ακαταστασία, υστέρημα, ξηρασία, έλλειψη, έλλειψης, έλλειμμα, ανεπάρκεια, ελλείψεις