Raami kreikaksi
Käännös: raami, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
πλαισιώνω, πλαίσιο, σκελετός, πλαισίωση, δομή, σώμα, διάρθρωση, Πλαίσιο για, πλαίσιο για τη, κορνίζα για, Πλαίσιο προς, για Πλαίσια
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: raami
raami daamit, raami englanniksi, raami hyllystö, raami kirjahylly, raami korhonen, raami kielisanakirja kreikka, raami kreikaksi
Käännökset
- raakuus kreikaksi - κτηνωδία, βαρβαρότητα, βιαιότητα, βαναυσότητα, βαρβαρότητας
- raamatullinen kreikaksi - βιβλικός, βιβλική, την βιβλική, βιβλικό, βιβλικές
- raapaista kreikaksi - αμυχή, γρατσουνίζω, γρατσουνιά, ξύνω, Scratch, μηδέν, το μηδέν, ...
- raapia kreikaksi - φαγούρα, κνίδωση, τρίβω, γρατσουνιά, Scratch, μηδέν, το μηδέν, ...
Satunnaisia sanoja
Raami kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: πλαισιώνω, πλαίσιο, σκελετός, πλαισίωση, δομή, σώμα, διάρθρωση, Πλαίσιο για, πλαίσιο για τη, κορνίζα για, Πλαίσιο προς, για Πλαίσια
Käännökset: πλαισιώνω, πλαίσιο, σκελετός, πλαισίωση, δομή, σώμα, διάρθρωση, Πλαίσιο για, πλαίσιο για τη, κορνίζα για, Πλαίσιο προς, για Πλαίσια