Rasite kreikaksi

Käännös: rasite, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διηθώ, δουλειά, ανακούφιση, ζόρι, εκτόνωση, αρωγή, σύμφωνο, σκλαβιά, ανάγλυφος, στραμπουλίζω, τεντώνω, βάρος, φορτίο, επιβάρυνση, επιβάρυνσης, βάρους
Rasite kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: rasite

rasite englanniksi, rasite kiinteistörekisteri, rasite laki, rasite maanmittauslaitos, rasite merkitys, rasite kielisanakirja kreikka, rasite kreikaksi

Käännökset

  • rasisti kreikaksi - ρατσιστής, ρατσιστική, ρατσιστικής, ρατσιστικές, ρατσιστικών
  • rasistinen kreikaksi - ρατσιστής, ρατσιστική, ρατσιστικής, ρατσιστικές, ρατσιστικών
  • rasiteoikeus kreikaksi - σκλαβιά, δουλειά, δικαίωμα πορείας, δικαίωμα διέλευσης, δικαιώματος διελεύσεως, δικαίωμα διελεύσεως, το δικαίωμα διέλευσης
  • rasittaa kreikaksi - φόρος, προβληματίζω, φορολογώ, ένταση, γένος, τάση, στέλεχος, ...
Satunnaisia sanoja
Rasite kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διηθώ, δουλειά, ανακούφιση, ζόρι, εκτόνωση, αρωγή, σύμφωνο, σκλαβιά, ανάγλυφος, στραμπουλίζω, τεντώνω, βάρος, φορτίο, επιβάρυνση, επιβάρυνσης, βάρους