Rikkoa kreikaksi
Käännös: rikkoa, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
προσβάλλω, παραβίαση, ρήγμα, καταστρέφω, διάλειμμα, παραβιάζω, διάλλειμα, αθετώ, σπάζω, αντεπίθεση, παραβαίνω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: rikkoa
rikkoa englanniksi, rikkoa hiljaisuus, rikkoa kuparinen, rikkoa merkitys, rikkoa neljäs seinä, rikkoa kielisanakirja kreikka, rikkoa kreikaksi
Käännökset
- rikkasäiliö kreikaksi - σκουπιδοτενεκές, δοχείο απορριμμάτων, δοχείου απορριμμάτων, περιέκτη απορριμμάτων, τον περιέκτη απορριμμάτων
- rikkaus kreikaksi - αφθονία, ευτυχία, πλούτος, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, του πλούτου
- rikkominen kreikaksi - παράβαση, παραβίαση, παραβίασης, παράβασης, παραβιάσεις
- rikkomus kreikaksi - πταίσμα, προσβολή, αδίκημα, παράβαση, παραβίαση, παραβίασης, παράβασης, ...
Satunnaisia sanoja
Rikkoa kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: προσβάλλω, παραβίαση, ρήγμα, καταστρέφω, διάλειμμα, παραβιάζω, διάλλειμα, αθετώ, σπάζω, αντεπίθεση, παραβαίνω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο
Käännökset: προσβάλλω, παραβίαση, ρήγμα, καταστρέφω, διάλειμμα, παραβιάζω, διάλλειμα, αθετώ, σπάζω, αντεπίθεση, παραβαίνω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο