Särkeä kreikaksi
Käännös: särkeä, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ξεσπώ, καταστρέφω, ζουλώ, συντρίβω, χτυπώ, κομματιάζω, ξέσπασμα, διάλλειμα, πενθώ, διάλειμμα, πονώ, κλαίω, πληγώνω, πεύκο, συνθλίβω, τραυματίζω, σπάσιμο, Smash, συντριβή, συντριβής, τρομερή
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: särkeä
särkeä englanniksi, särkeä katiskalla, särkeä kissalle, särkeä koiralle, särkeä merkitys, särkeä kielisanakirja kreikka, särkeä kreikaksi
Käännökset
- säpsähtää kreikaksi - δειλός, συνεσταλμένος, ντροπαλός, ταράσσομαι, δειλιώ, wince, του WINCE, ...
- säpäle kreikaksi - ριγώ, θραύσμα, ανατριχίλα, ψίχα, τουρτουρίζω, ψίχουλο, αγκίδα, ...
- särki kreikaksi - κατσαρίδα, Roach, κοκκινοφτέρα, κοκκινοφτέρες, ο Roach
- särkkä kreikaksi - ύφαλος, σωρός, κοπάδι, τα ρηχά, πολύ ρηχά
Satunnaisia sanoja
Särkeä kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ξεσπώ, καταστρέφω, ζουλώ, συντρίβω, χτυπώ, κομματιάζω, ξέσπασμα, διάλλειμα, πενθώ, διάλειμμα, πονώ, κλαίω, πληγώνω, πεύκο, συνθλίβω, τραυματίζω, σπάσιμο, Smash, συντριβή, συντριβής, τρομερή
Käännökset: ξεσπώ, καταστρέφω, ζουλώ, συντρίβω, χτυπώ, κομματιάζω, ξέσπασμα, διάλλειμα, πενθώ, διάλειμμα, πονώ, κλαίω, πληγώνω, πεύκο, συνθλίβω, τραυματίζω, σπάσιμο, Smash, συντριβή, συντριβής, τρομερή