Salliva kreikaksi

Käännös: salliva, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
λάσκος, επιεικής, μαλακός, ελαστικός, χαλαρός, μακρόθυμος, επιτρεπτικός, επιτρεπτικά, ανεκτική, επιτρεπτές, επιτρεπτική
Salliva kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: salliva

dogs saliva, maulaya salliva, saliva band, saliva doce, salliva englanniksi, salliva kielisanakirja kreikka, salliva kreikaksi

Käännökset

  • sallittava kreikaksi - αποδεκτός, επιτρεπτός, επιτρέπονται, επιτρέπεται, επέτρεψε, επιτρέπεται η, αφέθηκε
  • sallittu kreikaksi - εκλέξιμος, άξιος, εκλόγιμος, κατάλληλος, Επιτρέπεται, επιτρεπτή, επιτρεπόμενη, ...
  • sallivuus kreikaksi - μακροθυμία, επιείκεια, ανεκτικότητα, χαλαρότητα, την ανεκτικότητα, η ανεκτικότητα, επιτρεπτικότητα
  • salmi kreikaksi - πορθμός, στενό, Strait, Στενών, πορθμό, πορθμού
Satunnaisia sanoja
Salliva kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: λάσκος, επιεικής, μαλακός, ελαστικός, χαλαρός, μακρόθυμος, επιτρεπτικός, επιτρεπτικά, ανεκτική, επιτρεπτές, επιτρεπτική