Selviytyä kreikaksi

Käännös: selviytyä, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
δεξιοτέχνης, επιζώ, αφέντης, ζωντανός, κύριος, μένω, μετρ, ζω, υπάρχω, υποτάσσω, αντεπεξέλθει, αντιμετωπίσουν, αντιμετωπίσει, να αντιμετωπίσει, να αντιμετωπίσουν
Selviytyä kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: selviytyä

selviytyä englanniksi, selviytyä erosta, selviytyä hengiltä, selviytyä jostakin, selviytyä jostakin englanniksi, selviytyä kielisanakirja kreikka, selviytyä kreikaksi

Käännökset

  • selvitä kreikaksi - επιζώ, ζω, υπάρχω, υποτάσσω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, ...
  • selviytyminen kreikaksi - επιβίωση, Αντιμέτωποι, Αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, Η αντιμετώπιση, Αντιμετωπίζοντας
  • selvyys kreikaksi - ευκρίνεια, σαφήνεια, φυσικά, βέβαια, βεβαίως, ασφαλώς
  • selvä kreikaksi - ορατός, εμφανής, σαφής, καθαρίζω, καθαρός, λαγαρός, διαυγής, ...
Satunnaisia sanoja
Selviytyä kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: δεξιοτέχνης, επιζώ, αφέντης, ζωντανός, κύριος, μένω, μετρ, ζω, υπάρχω, υποτάσσω, αντεπεξέλθει, αντιμετωπίσουν, αντιμετωπίσει, να αντιμετωπίσει, να αντιμετωπίσουν