Sitoumus kreikaksi
Käännös: sitoumus, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
δωσιδικία, δέσμευση, παθητικό, ευθύνη, προσήλωση, πίστη, αφιέρωση, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: sitoumus
sitoumus 2050, sitoumus asuinhuoneiston vuokraamiseksi, sitoumus englanniksi, sitoumus malli, sitoumus merkitys, sitoumus kielisanakirja kreikka, sitoumus kreikaksi
Käännökset
- sitkeä kreikaksi - σκληρός, σκληροτράχηλος, δύσκολος, σκληρή, δύσκολο, σκληρό, σκληρές
- sitoa kreikaksi - ενώνω, δένω, δεσμεύω, κατατάσσομαι, συνδέω, πεδικλώνω, γραβάτα, ...
- sitoutumaton kreikaksi - αυτεξούσιος, ανεξάρτητος, ανεξάρτητη, ανεξάρτητο, ανεξάρτητων, ανεξάρτητες
- sitoutuminen kreikaksi - δέσμευση, πίστη, υπακοή, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση
Satunnaisia sanoja
Sitoumus kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: δωσιδικία, δέσμευση, παθητικό, ευθύνη, προσήλωση, πίστη, αφιέρωση, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση
Käännökset: δωσιδικία, δέσμευση, παθητικό, ευθύνη, προσήλωση, πίστη, αφιέρωση, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση