Sopiminen kreikaksi
Käännös: sopiminen, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
καταλληλότητα, ικανότητα, διακανονισμός, επίλυση, διακανονισμού, οικισμό, οικισμός
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: sopiminen
huoltajuudesta sopiminen, irtisanomisajasta sopiminen, lisäylityöstä sopiminen, paikallinen sopiminen, riidan sopiminen, sopiminen kielisanakirja kreikka, sopiminen kreikaksi
Käännökset
- sopimaton kreikaksi - ακατάλληλος, απρεπής, λάθος, ανάρμοστος, ακατάλληλη, ακατάλληλο, ανάρμοστο, ...
- sopimattomuus kreikaksi - ανακολουθία, ασυνέπεια, απρέπεια, σε παρατυπία, οποιαδήποτε παρατυπία, απρέπειας, ατόπημα
- sopimus kreikaksi - συμβόλαιο, συνθήκη, κατανόηση, σύμφωνο, ετοιμασία, διακανονισμός, τακτοποίηση, ...
- sopimuskieli kreikaksi - συμφωνία, γλώσσα σύμβασης, διατύπωση συμβολαίων, στη διατύπωση συμβολαίων
Satunnaisia sanoja
Sopiminen kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: καταλληλότητα, ικανότητα, διακανονισμός, επίλυση, διακανονισμού, οικισμό, οικισμός
Käännökset: καταλληλότητα, ικανότητα, διακανονισμός, επίλυση, διακανονισμού, οικισμό, οικισμός