Supistus kreikaksi
Käännös: supistus, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
αναγωγή, μείωση, περιορισμός, ακύρωση, περιστολή, συστολή, σύσπαση, συρρίκνωση, συστολής, συρρίκνωσης
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: supistus
supistus englanniksi, supistus jää päälle, supistus kesto, supistus matematiikka, supistus merkitys, supistus kielisanakirja kreikka, supistus kreikaksi
Käännökset
- supista kreikaksi - ψιθυρισμός, ψιθυρίζω, μουρμούρισμα, ψίθυρος, φύσημα, μουρμουρητό, φυσήματος
- supistaa kreikaksi - κουρεύω, περικόπτω, κομψός, τσιγκουνεύομαι, ψαλιδίζω, περιορίζω, κλαδεύω, ...
- suppea kreikaksi - σύντομος, λιτός, λακωνικός, βραχύλογος, σύντομο, σύντομη, μικρή, ...
- suppeneminen kreikaksi - σύγκλιση, σύγκλισης, τη σύγκλιση, της σύγκλισης, η σύγκλιση
Satunnaisia sanoja
Supistus kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: αναγωγή, μείωση, περιορισμός, ακύρωση, περιστολή, συστολή, σύσπαση, συρρίκνωση, συστολής, συρρίκνωσης
Käännökset: αναγωγή, μείωση, περιορισμός, ακύρωση, περιστολή, συστολή, σύσπαση, συρρίκνωση, συστολής, συρρίκνωσης