Täyttäminen kreikaksi
Käännös: täyttäminen, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
χορταστικός, σφράγισμα, γέμισμα, αντικατάσταση, αντικαταστάτης, επίδοση, παράσταση, εκτέλεση, απόδοση, επιδόσεις
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: täyttäminen
eläimen täyttäminen, jumppapallon täyttäminen, kakun täyttäminen, kalan täyttäminen, käyttäminen synonyymi, täyttäminen kielisanakirja kreikka, täyttäminen kreikaksi
Käännökset
- täyte kreikaksi - γέμισμα, χορταστικός, σφράγισμα, γεμίζω, παραγέμισμα, πλήρωση, πλήρωσης, ...
- täyttyä kreikaksi - γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, συμπληρώσετε, γεμίσει
- täyttävä kreikaksi - σφράγισμα, γέμισμα, χορταστικός, ικανοποιητική, ικανοποίηση, ικανοποιητικό, ικανοποιεί, ...
- täyttää kreikaksi - καταλαμβάνω, γεμίζω, εκπληρώνω, πραγματοποιώ, γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, ...
Satunnaisia sanoja
Täyttäminen kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: χορταστικός, σφράγισμα, γέμισμα, αντικατάσταση, αντικαταστάτης, επίδοση, παράσταση, εκτέλεση, απόδοση, επιδόσεις
Käännökset: χορταστικός, σφράγισμα, γέμισμα, αντικατάσταση, αντικαταστάτης, επίδοση, παράσταση, εκτέλεση, απόδοση, επιδόσεις