Törkeä kreikaksi

Käännös: törkeä, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
κλάμα, χονδροειδής, βρώμικος, αισχρός, τάφος, βαθμολογώ, βαθμίδα, βαθμός, ακάθαρτος, πρόστυχος, ακαθάριστος, αγροίκος, ολοφάνερος, θλιβερός, χοντρός, εμφανής, ακαθάριστο, ακαθάριστα, ακαθάριστη, ακαθάριστου, ακαθάριστων
Törkeä kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: törkeä

pahoinpitely, rattijuopumus, törkeä englanniksi, törkeä huumausainerikos, törkeä kirjanpitorikos, törkeä kielisanakirja kreikka, törkeä kreikaksi

Käännökset

  • töppäys kreikaksi - boob, βλάκας, της boob, βλάκας μόνο
  • töpseli kreikaksi - διέξοδος, γρύλος, το βύσμα, το πώμα, το φις, ο ρευματολήπτης, την τάπα
  • törky kreikaksi - κηλίδα, γράσο, μουρνταριά, λιπαντικό, μαγαρίζω, σκουπίδια, λεκιάζω, ...
  • törmä kreikaksi - ανάχωμα, όχθη, τράπεζα, τράπεζας, τραπεζικών, τραπεζικό, τραπεζική
Satunnaisia sanoja
Törkeä kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: κλάμα, χονδροειδής, βρώμικος, αισχρός, τάφος, βαθμολογώ, βαθμίδα, βαθμός, ακάθαρτος, πρόστυχος, ακαθάριστος, αγροίκος, ολοφάνερος, θλιβερός, χοντρός, εμφανής, ακαθάριστο, ακαθάριστα, ακαθάριστη, ακαθάριστου, ακαθάριστων