Tarkka kreikaksi

Käännös: tarkka, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
περίτεχνος, ακριβής, γνωστικός, προστατευτικός, προσεγμένος, πιστός, προσεκτικός, λεπτομερής, συγκεκριμένος, ευαίσθητος, ακριβολόγος, ακριβή, ακριβές, ακριβώς, ακριβείς
Tarkka kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: tarkka

aika, fortum tarkka, nettiauto tarkka haku, tarkka aika, tarkka ampuja, tarkka kielisanakirja kreikka, tarkka kreikaksi

Käännökset

  • tarkentaa kreikaksi - περιπλέκω, μεγεθύνω, εστία, εστίαση, έμφαση, επίκεντρο, εστίασης
  • tarkistaa kreikaksi - διαβεβαιώνω, βεβαιώνω, διαπιστώνω, βεβαιώνομαι, εξασφαλίζω, επιβεβαιώνω, επαληθεύω, ...
  • tarkkaan kreikaksi - σταθμίζω, δαμάσκηνο, ακριβώς, ακρίβεια, επακριβώς, με ακρίβεια, συγκεκριμένα
  • tarkkaavainen kreikaksi - γνωστικός, προσεκτικός, εξυπηρετικό, προσεκτικοί, προσοχή, προσεκτική
Satunnaisia sanoja
Tarkka kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: περίτεχνος, ακριβής, γνωστικός, προστατευτικός, προσεγμένος, πιστός, προσεκτικός, λεπτομερής, συγκεκριμένος, ευαίσθητος, ακριβολόγος, ακριβή, ακριβές, ακριβώς, ακριβείς