Tauko kreikaksi

Käännös: tauko, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
άνεση, σπάζω, νηνεμία, σηκός, μένω, καρέ, σταματώ, διάλειμμα, ανάρτηση, ξεκούραση, αντεπίθεση, διάλλειμα, ανακοπή, ησυχασμός, συλλαμβάνω, εκτόνωση, παύση, παύσης, μικρή διακοπή, διακοπή, την παύση
Tauko kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: tauko

tauko design, tauko englanniksi, tauko facebook, tauko merkitys, tauko musiikki, tauko kielisanakirja kreikka, tauko kreikaksi

Käännökset

  • taudit kreikaksi - ασθένεια, νόσος, αρρώστια, Ασθένειες, Παθήσεις, Νοσήματα, Diseases, ...
  • taukki kreikaksi - χαζός, Rutt
  • taukoamaton kreikaksi - διαρκής, ακατάπαυστος, αδιάκοπος, αδιάλειπτη, αδιάκοπη, συνεχής
  • taukoaminen kreikaksi - νηνεμία, διάλειμμα, θραύση, σπάσιμο, τη θραύση, θραύσης
Satunnaisia sanoja
Tauko kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: άνεση, σπάζω, νηνεμία, σηκός, μένω, καρέ, σταματώ, διάλειμμα, ανάρτηση, ξεκούραση, αντεπίθεση, διάλλειμα, ανακοπή, ησυχασμός, συλλαμβάνω, εκτόνωση, παύση, παύσης, μικρή διακοπή, διακοπή, την παύση