Toffee kreikaksi
Käännös: toffee, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
καραμέλα, είδος ζαχαροτού, ζαχαρωτά, καραμέλας βουτύρου, καραμέλα βουτύρου
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: toffee
kinuski, toffee englanniksi, toffee fariinisokeri, toffee hiusväri, toffee ilman kermaa, toffee kielisanakirja kreikka, toffee kreikaksi
Käännökset
- todistus kreikaksi - πιστοποιητικό, μαρτυρώ, επίδειξη, διαδήλωση, μάρτυρας, κατάθεση, πιστοποιητικού, ...
- todistusaineisto kreikaksi - μαρτυρία, στοιχεία, πειστήριο, αποδείξεις, απόδειξη, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία
- tohelo kreikaksi - χαζός, βλάκας, ανίκανος
- tohina kreikaksi - σάλος, επενέργεια, δραστηριότητα, εργασία, αγωγή, αναταραχή, διάβημα, ...
Satunnaisia sanoja
Toffee kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: καραμέλα, είδος ζαχαροτού, ζαχαρωτά, καραμέλας βουτύρου, καραμέλα βουτύρου
Käännökset: καραμέλα, είδος ζαχαροτού, ζαχαρωτά, καραμέλας βουτύρου, καραμέλα βουτύρου