Toisteinen kreikaksi
Käännös: toisteinen, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
αλλεπάλληλος, επαναλαμβανόμενος, η ποικιλία των, η ποικιλομορφία των, η πολυμορφία των, της ποικιλομορφίας των, της ποικιλίας των
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: toisteinen
toisteinen englanniksi, toisteinen merkitys, toisteinen ruotsiksi, toisteinen sanaristikko, toisteinen suomeksi, toisteinen kielisanakirja kreikka, toisteinen kreikaksi
Käännökset
- toistaminen kreikaksi - επανάληψη, παιχνίδι, παίξιμο, Παίζοντας, Αναπαραγωγή, που παίζουν
- toistamiseen kreikaksi - πάλι, ξανά, και πάλι, φορά, εκ νέου
- toistella kreikaksi - επαναλαμβάνω, επαναλάβω, επαναλάβει, επαναλαμβάνουν, να επαναλάβω
- toisti kreikaksi - επαναλαμβανόμενος, αλλεπάλληλος, επαναλαμβάνεται, επαναλαμβανόμενη, επαναλαμβάνονται, επανειλημμένες, επαναλαμβανόμενες
Satunnaisia sanoja
Toisteinen kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: αλλεπάλληλος, επαναλαμβανόμενος, η ποικιλία των, η ποικιλομορφία των, η πολυμορφία των, της ποικιλομορφίας των, της ποικιλίας των
Käännökset: αλλεπάλληλος, επαναλαμβανόμενος, η ποικιλία των, η ποικιλομορφία των, η πολυμορφία των, της ποικιλομορφίας των, της ποικιλίας των