Tuhti kreikaksi
Käännös: tuhti, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ρωμαλέος, χόνδρος, λίπος, δυνατός, χοντρός, δύσκαμπτος, σκληρός, άκαμπτος, άκαμπτο, δύσκαμπτο
Muut kielet
Liittyvät sanat: tuhti
tuhti 120, tuhti 85, tuhti englanniksi, tuhti hallit, tuhti hallit hinnasto, tuhti kielisanakirja kreikka, tuhti kreikaksi
Käännökset
- tuhoutuivat kreikaksi - έπεσα, κόβω, καταστραφεί, καταστρέφονται, καταστράφηκαν, καταστρέφεται, καταστράφηκε
- tuhria kreikaksi - μουτζουρώνω, μουτζούρα, λερώνω
- tuhto kreikaksi - εμποδίζω, κάθισμα, ματαιώνω, καθίζω, ματαιώσει, ανατρέψει, εμποδίσουν, ...
- tuijottaa kreikaksi - κατσουφιάζω, βλέμμα, ατενίζω, ρολόι, φρουρά, βλέπω, παρακολουθώ, ...
Satunnaisia sanoja
Tuhti kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ρωμαλέος, χόνδρος, λίπος, δυνατός, χοντρός, δύσκαμπτος, σκληρός, άκαμπτος, άκαμπτο, δύσκαμπτο
Käännökset: ρωμαλέος, χόνδρος, λίπος, δυνατός, χοντρός, δύσκαμπτος, σκληρός, άκαμπτος, άκαμπτο, δύσκαμπτο