Tukahduttaa kreikaksi
Käännös: tukahduttaa, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
πνίγω, καταστέλλω, προλαβαίνω, φλομώνω, εμποδίζω, στραγγαλίζω, αναχαιτίζω, σβήνω, αποτρέπω, τσόκαρο, αποκρύπτω, βουλώνω, καταπνίγω, καταστολή, καταστέλλουν, καταστείλει, καταστείλουν, καταστέλλει
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: tukahduttaa
läheisriippuvuus tukahduttaa, suhde tukahduttaa, translate tukahduttaa, tukahduttaa englanniksi, tukahduttaa käännös, tukahduttaa kielisanakirja kreikka, tukahduttaa kreikaksi
Käännökset
- tuiverrus kreikaksi - κουρδίζω, άνεμος, αιολική
- tuivertaa kreikaksi - άνεμος, αιολική, κουρδίζω, τινάσομαι, ανάρριψη, τίναγμα, εκτίναξη, ...
- tukahduttaminen kreikaksi - απόκρυψη, καταστολή, κατάπνιξη, καταστολής, την καταστολή, η καταστολή
- tukahduttava kreikaksi - ασφυκτική, αποπνικτική, ασφυκτικό, ασφυκτικά, ασφυκτικές
Satunnaisia sanoja
Tukahduttaa kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: πνίγω, καταστέλλω, προλαβαίνω, φλομώνω, εμποδίζω, στραγγαλίζω, αναχαιτίζω, σβήνω, αποτρέπω, τσόκαρο, αποκρύπτω, βουλώνω, καταπνίγω, καταστολή, καταστέλλουν, καταστείλει, καταστείλουν, καταστέλλει
Käännökset: πνίγω, καταστέλλω, προλαβαίνω, φλομώνω, εμποδίζω, στραγγαλίζω, αναχαιτίζω, σβήνω, αποτρέπω, τσόκαρο, αποκρύπτω, βουλώνω, καταπνίγω, καταστολή, καταστέλλουν, καταστείλει, καταστείλουν, καταστέλλει