Tukea kreikaksi

Käännös: tukea, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
επιβεβαιώνω, βοήθεια, στυλοβάτης, συμπαράσταση, παχουλός, τεκμηριώνω, ενθαρρύνω, στήριγμα, ακτή, συντηρώ, βεβαιώνω, επικυρώνω, διαβεβαιώνω, τροφαντός, κρατώ, υποστήριγμα, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Tukea kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: tukea

tukea englanniksi, tukea eroon, tukea koulutukseen, tukea lapsiperheille, tukea merkitys, tukea kielisanakirja kreikka, tukea kreikaksi

Käännökset

  • tukala kreikaksi - σκληρός, άβολος, δύσκολος, λεπτός, ευπαθής, γαργαλιστική, γαργαλητό, ...
  • tukanleikkaus kreikaksi - κούρεμα, Το κόψιμο των μαλλιών, μαλλιά κοπής, κοπής των τριχών, της κοπής των τριχών
  • tukehduttaa kreikaksi - στραγγαλίζω, φλομώνω, πνίγω, πνίγομαι, ασφυκτιούν, πάθουν ασφυξία, να πάθει ασφυξία, ...
  • tukehtuminen kreikaksi - ασφυξία, ασφυξίας, πνιγμού, η ασφυξία
Satunnaisia sanoja
Tukea kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: επιβεβαιώνω, βοήθεια, στυλοβάτης, συμπαράσταση, παχουλός, τεκμηριώνω, ενθαρρύνω, στήριγμα, ακτή, συντηρώ, βεβαιώνω, επικυρώνω, διαβεβαιώνω, τροφαντός, κρατώ, υποστήριγμα, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη