Tuki kreikaksi
Käännös: tuki, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
καταφύγιο, επιδότηση, συμπαράσταση, πατρονάρισμα, πλήττω, στυλοβάτης, επιχορήγηση, προστασία, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: tuki
apple tuki, elisa tuki, hp tuki, kela tuki, kotihoidon tuki, tuki kielisanakirja kreikka, tuki kreikaksi
Käännökset
- tukeminen kreikaksi - συμπαράσταση, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
- tukeva kreikaksi - εταιρία, δύσκολος, εδραίος, συμπαγής, στάβλος, ρωμαλέος, γερός, ...
- tukiainen kreikaksi - επιχορήγηση, επιδότηση
- tukialkio kreikaksi - το στοιχείο στήριξης, το στοιχείο στήριξης του, το στοιχείο στηρίξεως
Satunnaisia sanoja
Tuki kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: καταφύγιο, επιδότηση, συμπαράσταση, πατρονάρισμα, πλήττω, στυλοβάτης, επιχορήγηση, προστασία, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Käännökset: καταφύγιο, επιδότηση, συμπαράσταση, πατρονάρισμα, πλήττω, στυλοβάτης, επιχορήγηση, προστασία, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη