Tukiraha kreikaksi
Käännös: tukiraha, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
επιδότηση, επιχορήγηση, νομισματική στήριξη, νομισματικής υποστήριξης, νομισματικής στήριξης, νομισματικής υποστηρίξεως, στήριξη νομισματικού
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: tukiraha
aikuiskoulutus tukiraha, erasmus tukiraha, tukiraha englanniksi, tukiraha hakemus, tukiraha hakemus malli, tukiraha kielisanakirja kreikka, tukiraha kreikaksi
Käännökset
- tukija kreikaksi - υποστηρικτής, οπαδός, χορηγός, χορηγώ, υποστηρικτή, υποστηρικτής της, οπαδών
- tukinajo kreikaksi - εξαγωγή, καταγωγή
- tukirakenne kreikaksi - μόλος, αποβάθρα, δομή στήριξης, δομή υποστήριξης, δομής στήριξης, δομή στηρίξεως, κατασκευή στήριξης
- tukka kreikaksi - τρίχα, μαλλιά, μαλλιών, τα μαλλιά, τρίχας
Satunnaisia sanoja
Tukiraha kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: επιδότηση, επιχορήγηση, νομισματική στήριξη, νομισματικής υποστήριξης, νομισματικής στήριξης, νομισματικής υποστηρίξεως, στήριξη νομισματικού
Käännökset: επιδότηση, επιχορήγηση, νομισματική στήριξη, νομισματικής υποστήριξης, νομισματικής στήριξης, νομισματικής υποστηρίξεως, στήριξη νομισματικού