Tukku kreikaksi
Käännös: tukku, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
τσουβαλιάζω, δέμα, μάτσο, πρίζα, μασώ, στουπί, σωριάζω, σύμπλεγμα, δέσμη, συστοιχία, τσαμπί, πακέτο, δεσμίδα, βύσμα, χονδρική πώληση, χονδρικής, χονδρική, χονδρικό, χονδρικής πώλησης
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: tukku
fitness tukku, haaparanta, heinon tukku, metro, metro tukku, tukku kielisanakirja kreikka, tukku kreikaksi
Käännökset
- tukkia kreikaksi - παρακωλύω, τραβώ, οδόφραγμα, φράζω, δυσχεραίνω, στηρίγματα, εμποδίζω, ...
- tukko kreikaksi - πρίζα, μασώ, κλείσιμο, βύσμα, τσουλούφι, WISP, κομματάκι, ...
- tukkukauppa kreikaksi - χονδρική πώληση, χονδρικής, χονδρική, χονδρικό, χονδρικής πώλησης
- tukkukauppias kreikaksi - χονδρέμπορος, χονδρεμπόρου, χονδρέμπορο, χονδρικής, χονδρικής πώλησης
Satunnaisia sanoja
Tukku kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: τσουβαλιάζω, δέμα, μάτσο, πρίζα, μασώ, στουπί, σωριάζω, σύμπλεγμα, δέσμη, συστοιχία, τσαμπί, πακέτο, δεσμίδα, βύσμα, χονδρική πώληση, χονδρικής, χονδρική, χονδρικό, χονδρικής πώλησης
Käännökset: τσουβαλιάζω, δέμα, μάτσο, πρίζα, μασώ, στουπί, σωριάζω, σύμπλεγμα, δέσμη, συστοιχία, τσαμπί, πακέτο, δεσμίδα, βύσμα, χονδρική πώληση, χονδρικής, χονδρική, χονδρικό, χονδρικής πώλησης