Tulo kreikaksi

Käännös: tulo, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
απολαβή, κέρδος, αποδοχές, προϊόν, λήμμα, εισόδημα, έλευση, έσοδο, απολαβές, μισθός, ωφέλεια, είσοδος, πλησιάζω, πρόστυχος, άφιξη, ερχομός, έσοδα, εισοδήματος, εσόδων, εισοδημάτων
Tulo kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: tulo

hampaiden tulo, raskaaksi tulo, tulo englanniksi, tulo excel, tulo ja menoarvio, tulo kielisanakirja kreikka, tulo kreikaksi

Käännökset

  • tulli kreikaksi - δασμολόγιο, έθιμο, έθιμα, τελωνείο, τιμολόγιο, δασμοί, καθήκον, ...
  • tullimaksu kreikaksi - δασμολόγιο, δασμοί, τιμολόγιο, καθήκον, δασμός, δασμού, δασμό, ...
  • tulokas kreikaksi - νεοφερμένος, Νέος, νεοφερμένο, νεοεισερχόμενο, νέου εξαγωγέα
  • tuloksellinen kreikaksi - επικερδής, παραγωγικός, επιτυχής, επιτυχή, επιτυχημένη, επιτυχείς, επιτυχούς
Satunnaisia sanoja
Tulo kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: απολαβή, κέρδος, αποδοχές, προϊόν, λήμμα, εισόδημα, έλευση, έσοδο, απολαβές, μισθός, ωφέλεια, είσοδος, πλησιάζω, πρόστυχος, άφιξη, ερχομός, έσοδα, εισοδήματος, εσόδων, εισοδημάτων