Uurre kreikaksi
Käännös: uurre, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
επενδύω, διοχετεύω, αυλακώνω, φλάουτα, χαντάκι, ζάρα, εντομή, ρυτίδα, αυλός, ζάρωμα, ρείθρο, ρυτιδώνω, παρατάσσω, γραμμή, κανάλι, αυλάκι, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, εγκοπή
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: uurre
urre auto, uurre design, uurre englanniksi, uurre kielen keskellä, uurre kielessä, uurre kielisanakirja kreikka, uurre kreikaksi
Käännökset
- uupunut kreikaksi - καταβεβλημένος, κουρασμένος, κουρασμένο, κουρασμένοι, κουραστεί, κουρασμένα
- uurna kreikaksi - λάρνακα, δοχείο, υδρία, urn, τεφροδόχο
- uurros kreikaksi - λαιμός, αυχένας, σβέρκος, εγκοπή, εγκοπής, notch, εντομή, ...
- uurtaa kreikaksi - αυλάκι, γλύφω, λαξεύω, χαντάκι, σκαλίζω, ραβδωτός, ραβδωτού, ...
Satunnaisia sanoja
Uurre kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: επενδύω, διοχετεύω, αυλακώνω, φλάουτα, χαντάκι, ζάρα, εντομή, ρυτίδα, αυλός, ζάρωμα, ρείθρο, ρυτιδώνω, παρατάσσω, γραμμή, κανάλι, αυλάκι, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, εγκοπή
Käännökset: επενδύω, διοχετεύω, αυλακώνω, φλάουτα, χαντάκι, ζάρα, εντομή, ρυτίδα, αυλός, ζάρωμα, ρείθρο, ρυτιδώνω, παρατάσσω, γραμμή, κανάλι, αυλάκι, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, εγκοπή