Väheksyä kreikaksi
Käännös: väheksyä, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
καταφρόνια, αποδοκιμάζω, περιφρονώ, περιφρόνηση, έκπτωση, έκπτωσης, εκπτώσεις, προεξοφλητικό, προεξόφλησης
Muut kielet
Liittyvät sanat: väheksyä
väheksyä englanniksi, väheksyä english, väheksyä merkitys, väheksyä på svenska, väheksyä ruotsiksi, väheksyä kielisanakirja kreikka, väheksyä kreikaksi
Käännökset
- väestö kreikaksi - πληθυσμός, πληθυσμού, πληθυσμό, του πληθυσμού, τον πληθυσμό
- väestönlaskenta kreikaksi - απογραφή, απογραφής, απογραφή του, της απογραφής, απογραφής του
- vähemmistö kreikaksi - μειοψηφία, μειονότητα, μειονότητας, μειοψηφίας, μειονοτήτων
- väheneminen kreikaksi - άμπωτη, παύση, μείωση, υποχωρώ, αναγωγή, περιστολή, μειωθεί, ...
Satunnaisia sanoja
Väheksyä kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: καταφρόνια, αποδοκιμάζω, περιφρονώ, περιφρόνηση, έκπτωση, έκπτωσης, εκπτώσεις, προεξοφλητικό, προεξόφλησης
Käännökset: καταφρόνια, αποδοκιμάζω, περιφρονώ, περιφρόνηση, έκπτωση, έκπτωσης, εκπτώσεις, προεξοφλητικό, προεξόφλησης