Vaarat kreikaksi
Käännös: vaarat, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
διακυβεύω, ριψοκινδυνεύω, αποτολμώ, κίνδυνος, κίνδυνοι, κινδύνων, κινδύνους, τους κινδύνους, κινδύνους που
Muut kielet
Liittyvät sanat: vaarat
vaarat englanniksi, vaarat housut 1993, vaarat ja haitat, vaarat ja tunturit, vaarat juuret (2009), vaarat kielisanakirja kreikka, vaarat kreikaksi
Käännökset
- vaarallinen kreikaksi - ριψοκίνδυνος, επικίνδυνος, επικίνδυνων, επικίνδυνες, επικίνδυνα, επικίνδυνη
- vaarantaa kreikaksi - αποτολμώ, συμβιβασμός, διακυβεύω, ριψοκινδυνεύω, συμβιβάζω, κίνδυνος, πάσσαλος, ...
- vaari kreikaksi - παππούς, Παππού, ο παππούς, grandpa, τον παππού
- vaarna kreikaksi - γόμφος, καρφίτσα, συνδετικό καρφί, πείρο, διασυνδετικού πείρου, διασυνδετικό πείρο, διασυνδετικός πείρος
Satunnaisia sanoja
Vaarat kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: διακυβεύω, ριψοκινδυνεύω, αποτολμώ, κίνδυνος, κίνδυνοι, κινδύνων, κινδύνους, τους κινδύνους, κινδύνους που
Käännökset: διακυβεύω, ριψοκινδυνεύω, αποτολμώ, κίνδυνος, κίνδυνοι, κινδύνων, κινδύνους, τους κινδύνους, κινδύνους που