Vako kreikaksi

Käännös: vako, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ραγίζω, αυλακώνω, ρείθρο, οχετός, χαντάκι, αυλάκι, τροχός, άσκηση, σπάζω, εντομή, τριβελίζω, χαράκωμα, ρωγμή, ράγισμα, αυλάκια, αύλακα, αυλακιού, furrow
Vako kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: vako

vako englanniksi, vako leuassa, vako liitin, vako logistics, vako merkitys, vako kielisanakirja kreikka, vako kreikaksi

Käännökset

  • vakioasiakas kreikaksi - θαμώνας, προστάτης, τακτικός πελάτης, τακτικό πελάτη, τακτική πελάτης, κανονικό πελάτη, σταθερό πελάτη
  • vakka kreikaksi - καλάθι, κοφίνι, πανέρι, μοδίο, βατσέλι, μόδι, μέδιμνο, ...
  • vakoilija kreikaksi - κατάσκοπος, κατασκοπεύω, κατασκόπων, κατασκοπευτικό, κατάσκοπο, κατασκοπείας
  • vakoilla kreikaksi - κατάσκοπος, κατασκοπεύω, κατασκόπων, κατασκοπευτικό, κατάσκοπο, κατασκοπείας
Satunnaisia sanoja
Vako kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ραγίζω, αυλακώνω, ρείθρο, οχετός, χαντάκι, αυλάκι, τροχός, άσκηση, σπάζω, εντομή, τριβελίζω, χαράκωμα, ρωγμή, ράγισμα, αυλάκια, αύλακα, αυλακιού, furrow