Vara kreikaksi
Käännös: vara, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
εφεδρεία, παρακρατώ, παρακαταθήκη, εφεδρικός, περιθώριο, μέγγενη, κακία, Αντιπρόεδρος, Αντιπροέδρου, Αντιπρόεδρο
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: vara
vara akku, vara apu, vara cacib, vara englanniksi, vara manu, vara kielisanakirja kreikka, vara kreikaksi
Käännökset
- vapautus kreikaksi - απαλλαγή, ανοσία, ασυδοσία, ελευθερία, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, ...
- vapista kreikaksi - τουρτουρίζω, ανατριχίλα, ριγώ, τρέμω, τρέμουν, τρέμει, να τρέμουν, ...
- varaaja kreikaksi - πυκνωτή, πυκνωτής, πυκνωτών, του πυκνωτή, τον πυκνωτή
- varainhoitaja kreikaksi - ταμίας, ταμία, Treasurer, τον ταμία, ο ταμίας
Satunnaisia sanoja
Vara kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: εφεδρεία, παρακρατώ, παρακαταθήκη, εφεδρικός, περιθώριο, μέγγενη, κακία, Αντιπρόεδρος, Αντιπροέδρου, Αντιπρόεδρο
Käännökset: εφεδρεία, παρακρατώ, παρακαταθήκη, εφεδρικός, περιθώριο, μέγγενη, κακία, Αντιπρόεδρος, Αντιπροέδρου, Αντιπρόεδρο