Vastike kreikaksi
Käännös: vastike, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
αποζημίωση, συμψηφισμός, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, αντιστάθμισης, αποζημιώσεως
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: vastike
vastike alv, vastike englanniksi, vastike keskimäärin, vastike korvike, vastike maksamatta, vastike kielisanakirja kreikka, vastike kreikaksi
Käännökset
- vastenmielinen kreikaksi - δυσάρεστος, εναγής, αντίθετος, άσεμνος, απεχθής, επίθεση, συνέπεια, ...
- vastenmielisyys kreikaksi - αποστροφή, αποστροφής, απέχθεια, η αποστροφή, την αποστροφή
- vastikään kreikaksi - πρόσφατα, Πρόσφατες, Καινούριο, Νέα, Πρόσφατες αγγελίες
- vastine kreikaksi - απαντώ, ισότιμος, παράλληλος, επάνοδος, αντίλογος, ομόλογος, απάντηση, ...
Satunnaisia sanoja
Vastike kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: αποζημίωση, συμψηφισμός, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, αντιστάθμισης, αποζημιώσεως
Käännökset: αποζημίωση, συμψηφισμός, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, αντιστάθμισης, αποζημιώσεως