Vikkelä kreikaksi
Käännös: vikkelä, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ζωηρός, ζωντανός, γοργός, σβέλτος, εύστροφος, γλαφυρός, ευκίνητος, ευκίνητο, ευκίνητα, ευκίνητη, ευκίνητες
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: vikkelä
vikkelä englanniksi, vikkelä marjapiiras, vikkelä merkitys, vikkelä mustikkapiirakka, vikkelä omenapiirakka, vikkelä kielisanakirja kreikka, vikkelä kreikaksi
Käännökset
- vika kreikaksi - διάλειμμα, σπάσιμο, αλλάζω, διάλλειμα, αποστατώ, ψεγάδι, κακία, ...
- vikatikki kreikaksi - λάθος, λάθος κίνηση, λανθασμένη κίνηση, εσφαλμένη κίνηση, λανθασμένοι χειρισμοί, οι λανθασμένοι χειρισμοί
- vilahtaa kreikaksi - αναλαμπή, φλας, Flash, λάμψης, το Flash, ανάφλεξης
- vilistä kreikaksi - βρίθω, ανατριχιάζω, τρίχα, αφθονώ, βρίθουν, σφύζουν, να βρίθουν
Satunnaisia sanoja
Vikkelä kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ζωηρός, ζωντανός, γοργός, σβέλτος, εύστροφος, γλαφυρός, ευκίνητος, ευκίνητο, ευκίνητα, ευκίνητη, ευκίνητες
Käännökset: ζωηρός, ζωντανός, γοργός, σβέλτος, εύστροφος, γλαφυρός, ευκίνητος, ευκίνητο, ευκίνητα, ευκίνητη, ευκίνητες