Ylentää kreikaksi
Käännös: ylentää, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
σηκώνω, μεγαλοποιώ, αναβαθμίζω, υψώνω, αύξηση, μεταρσιώνω, προάγω, προωθώ, αυξάνω, ανυψώνω, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: ylentää
ylentää englanniksi, ylentää merkitys, ylentää på svenska, ylentää ruotsiksi, ylentää saksaksi, ylentää kielisanakirja kreikka, ylentää kreikaksi
Käännökset
- ylensyödä kreikaksi - φαράγγι, λαγκάδι, κορεσμός, παρατρώω, παρατρώγω, παρατρώμε, υπερφαγία, ...
- ylensyönti kreikaksi - λαιμαργία, κορεσμός, υπερκατανάλωση τροφής, υπερφαγία, υπερφαγίας, την υπερκατανάλωση τροφής, η υπερκατανάλωση τροφής
- ylettyä kreikaksi - φτάνω, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει
- ylettömästi kreikaksi - υπερβολικά, εξαιρετικά, υπερβολική, υπέρμετρα, υπερβολικό
Satunnaisia sanoja
Ylentää kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: σηκώνω, μεγαλοποιώ, αναβαθμίζω, υψώνω, αύξηση, μεταρσιώνω, προάγω, προωθώ, αυξάνω, ανυψώνω, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν
Käännökset: σηκώνω, μεγαλοποιώ, αναβαθμίζω, υψώνω, αύξηση, μεταρσιώνω, προάγω, προωθώ, αυξάνω, ανυψώνω, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν