Éventé en grec
Traduction: éventé, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανεμώδης, επίπεδος, διαμέρισμα, γυμνός, μπαγιάτικος, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη
Autres langues
Mots associés / Définition (def): éventé
café éventé, caumont l éventé, champagne éventé, ciment éventé, parfum éventé, éventé dictionnaire de langue grec, éventé en grec
Traductions
- éventuel en grec - πιθανός, εφικτός, υποψήφιος, υποψήφιους, μελλοντικούς, μελλοντικός, υποψήφιο
- éventuellement en grec - τελικά, ενδεχομένως, τελικά να, τελικώς, τέλει
- éviction en grec - έξωση, έξωσης, εκδίωξη, εξώσεις, την έξωση
- évidemment en grec - φαινομενικά, σκέτος, φανερά, σκέτο, προφανώς, κάμπος, εμφανώς, ...
Mots aléatoires
Éventé en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανεμώδης, επίπεδος, διαμέρισμα, γυμνός, μπαγιάτικος, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη
Traductions: ανεμώδης, επίπεδος, διαμέρισμα, γυμνός, μπαγιάτικος, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη