Acclimaté en grec
Traduction: acclimaté, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
εκλιματίζω, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί, εγκλιματισθούν
Autres langues
Mots associés / Définition (def): acclimaté
acclimate antonymes, acclimate definition, acclimate drink, acclimate drip, acclimate grammaire, acclimaté dictionnaire de langue grec, acclimaté en grec
Traductions
- acclimatant en grec - εξοικειωτικός, εξοικείωση, εγκλιματισμός, τον εγκλιματισμό, εγκλιματισμό
- acclimatation en grec - ρύθμιση, εγκλιματισμός, εγκλιματισμού, εγκλιματισμό, εγκλιματιστούν, τον εγκλιματισμό
- acclimatent en grec - εγκλιματίζομαι, εγκλιματίζω, εγκλιματιστείτε, acclimatize, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί
- acclimater en grec - εξημερώνω, εγκλιματίζομαι, τιθασεύω, εγκλιματίζω, εγκλιματιστείτε, acclimatize, εγκλιματιστούν, ...
Mots aléatoires
Acclimaté en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: εκλιματίζω, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί, εγκλιματισθούν
Traductions: εκλιματίζω, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί, εγκλιματισθούν