Achèvement en grec

Traduction: achèvement, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
λήξη, τέλος, συμπέρασμα, τελείωμα, περατώνω, κατάληξη, ολοκλήρωση, επίτευξη, τερματισμός, τελειώνω, διενέργεια, συμπλήρωση, την ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, υλοποίηση
Achèvement en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): achèvement

achèvement (conseils) gw2, achèvement antonymes, achèvement carte intercommunale, achèvement code de la construction, achèvement de chantier, achèvement dictionnaire de langue grec, achèvement en grec

Traductions

  • achètent en grec - αγοράζω, αγορά, αγοράσετε, αγοράσει, αγοράσουν
  • achève en grec - άκρα, άκρων, άκρες, τα άκρα, σκοπούς
  • achèvent en grec - κατορθώνω, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
  • achéron en grec - Αχέροντα, Αχέροντας, Αχέρων, του Αχέροντα, Acheron
Mots aléatoires
Achèvement en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: λήξη, τέλος, συμπέρασμα, τελείωμα, περατώνω, κατάληξη, ολοκλήρωση, επίτευξη, τερματισμός, τελειώνω, διενέργεια, συμπλήρωση, την ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, υλοποίηση