Acheminer en grec
Traduction: acheminer, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αποστέλλω, πόστο, μπρος, πλοίο, καθοδηγώ, σκοπεύω, ταχυδρομώ, ταχυδρομείο, σκοπός, βλέψη, στέλνω, εμπρός, αποβλέπω, μπροστινός, δοκάρι, σκηνοθετώ, διαδρομή, διαδρομής, οδό, οδός, οδού
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): acheminer
acheminer anglais, acheminer antonymes, acheminer conjugaison, acheminer définition, acheminer grammaire, acheminer dictionnaire de langue grec, acheminer en grec
Traductions
- acheminement en grec - πορεία, πάροδος, δρόμος, μακριά, τρόπος, δρομάκι, λωρίδα, ...
- acheminent en grec - μπροστινός, μπρος, εμπρός, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ...
- acheminez en grec - μπρος, εμπρός, μπροστινός, διαδρομή, διαδρομής, οδό, οδός, ...
- acheminons en grec - μπρος, εμπρός, μπροστινός, κινούνται, τα κινούμενα, κινούμαστε, κυκλοφορούν, ...
Mots aléatoires
Acheminer en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αποστέλλω, πόστο, μπρος, πλοίο, καθοδηγώ, σκοπεύω, ταχυδρομώ, ταχυδρομείο, σκοπός, βλέψη, στέλνω, εμπρός, αποβλέπω, μπροστινός, δοκάρι, σκηνοθετώ, διαδρομή, διαδρομής, οδό, οδός, οδού
Traductions: αποστέλλω, πόστο, μπρος, πλοίο, καθοδηγώ, σκοπεύω, ταχυδρομώ, ταχυδρομείο, σκοπός, βλέψη, στέλνω, εμπρός, αποβλέπω, μπροστινός, δοκάρι, σκηνοθετώ, διαδρομή, διαδρομής, οδό, οδός, οδού