Achetée en grec
Traduction: achetée, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αγοράζονται, αγοραστεί, αγόρασε, αγοράστηκαν, αγοράστηκε
Autres langues
Mots associés / Définition (def): achetée
acheter synonyme, acheter un cheval, achetée antonymes, achetée en anglais, achetée grammaire, achetée dictionnaire de langue grec, achetée en grec
Traductions
- achetèrent en grec - αγόρασε, αγοράζονται, αγόρασαν, αγοράσει, αγοραστεί
- acheté en grec - αγόρασε, αγοράζονται, αγόρασαν, αγοράσει, αγοραστεί
- achetées en grec - αγοράζονται, αγοραστεί, αγόρασε, αγοράστηκαν, αγοράστηκε
- achetés en grec - αγοράζονται, αγοραστεί, αγόρασε, αγοράστηκαν, αγοράστηκε
Mots aléatoires
Achetée en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αγοράζονται, αγοραστεί, αγόρασε, αγοράστηκαν, αγοράστηκε
Traductions: αγοράζονται, αγοραστεί, αγόρασε, αγοράστηκαν, αγοράστηκε