Adroit en grec
Traduction: adroit, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
εύχρηστος, γοργός, ειδικός, κηλίδα, ικανός, προχωρημένος, αιφνίδιος, ευφυής, έντεχνος, μυτερός, κοφτερός, γρήγορος, πανέξυπνος, τετραπέρατος, εύστροφος, αποτελεσματικός, επιδέξιος, επιδέξιο, επιδέξια, επιδέξιων
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): adroit
adroit antonymes, adroit contraire, adroit dcns, adroit dictionnaire, adroit en anglais, adroit dictionnaire de langue grec, adroit en grec
Traductions
- adressées en grec - απευθύνεται, που απευθύνεται, απευθύνονται, αντιμετωπιστούν, αντιμετωπιστεί
- adressés en grec - απευθύνεται, που απευθύνεται, απευθύνονται, αντιμετωπιστούν, αντιμετωπιστεί
- adroitement en grec - ικανά, σβέλτα, επιδέξια, έξυπνα, νοικοκυρεμένα, τακτοποιημένα, όμορφα, ...
- adrénaline en grec - αδρεναλίνη, αδρεναλίνης, η αδρεναλίνη, την αδρεναλίνη, της αδρεναλίνης
Mots aléatoires
Adroit en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: εύχρηστος, γοργός, ειδικός, κηλίδα, ικανός, προχωρημένος, αιφνίδιος, ευφυής, έντεχνος, μυτερός, κοφτερός, γρήγορος, πανέξυπνος, τετραπέρατος, εύστροφος, αποτελεσματικός, επιδέξιος, επιδέξιο, επιδέξια, επιδέξιων
Traductions: εύχρηστος, γοργός, ειδικός, κηλίδα, ικανός, προχωρημένος, αιφνίδιος, ευφυής, έντεχνος, μυτερός, κοφτερός, γρήγορος, πανέξυπνος, τετραπέρατος, εύστροφος, αποτελεσματικός, επιδέξιος, επιδέξιο, επιδέξια, επιδέξιων