Aliéner en grec
Traduction: aliéner, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
εκποιώ, αλλοτριώνω, πουλώ, διαπραγματεύομαι, αποξενώνω, αποξενώσει, αποξενώνουν, αποξενώσουν, αποξενώνει, αποξενώνουν τους
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): aliéner
aliéner antonymes, aliéner conjugaison, aliéner contraire, aliéner def, aliéner grammaire, aliéner dictionnaire de langue grec, aliéner en grec
Traductions
- alité en grec - κλινήρης, κλινήρεις, κατάκοιτο, κατάκοιτων, κλινήρη
- aliénation en grec - αποξένωση, αλλοτρίωση, αποξένωσης, αλλοτρίωσης, την αποξένωση
- aliéniste en grec - ψυχίατρος, φρενολόγος
- aliéné en grec - βλάκας, χαζός, κοροϊδεύω, μανιακός, παράφρων, τρελό, τρελός, ...
Mots aléatoires
Aliéner en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: εκποιώ, αλλοτριώνω, πουλώ, διαπραγματεύομαι, αποξενώνω, αποξενώσει, αποξενώνουν, αποξενώσουν, αποξενώνει, αποξενώνουν τους
Traductions: εκποιώ, αλλοτριώνω, πουλώ, διαπραγματεύομαι, αποξενώνω, αποξενώσει, αποξενώνουν, αποξενώσουν, αποξενώνει, αποξενώνουν τους