Aligné en grec
Traduction: aligné, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ευθυγραμμίζει, ευθυγραμμίζεται, να ευθυγραμμίζεται, ευθυγράμμιση του
Autres langues
Mots associés / Définition (def): aligné
aligne 4, aligne 64, aligne antonymes, aligne center, aligne center css, aligné dictionnaire de langue grec, aligné en grec
Traductions
- alignant en grec - ευθυγράμμιση, ευθυγράμμισης, την ευθυγράμμιση, ευθυγραμμίσεως, ευθυγράμμιση της
- alignement en grec - διακανονισμός, οικισμός, τακτοποίηση, συμψηφισμός, ετοιμασία, αποζημίωση, διευθέτηση, ...
- alignent en grec - ευθυγραμμίζω, παράταξη, line up, γραμμή μέχρι, γραμμή επάνω, γραμμή πάνω
Mots aléatoires
Aligné en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ευθυγραμμίζει, ευθυγραμμίζεται, να ευθυγραμμίζεται, ευθυγράμμιση του
Traductions: ευθυγραμμίζει, ευθυγραμμίζεται, να ευθυγραμμίζεται, ευθυγράμμιση του