Argument en grec

Traduction: argument, Dictionnaire: français » grec

Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ουσία, δήλωση, επαγωγή, πράξη, αποδείξεις, τέλος, κατάσταση, συλλογιστικός, έκπτωση, λήξη, ικανοποιημένο, στοιχεία, απόδειξη, πειστήριο, ικανοποιημένος, ευχαριστημένος, επιχείρημα, το επιχείρημα, επιχειρηματολογία, επιχείρημα αυτό, άποψη
Argument en grec
Mots associés
Autres langues

Mots associés / Définition (def): argument

argument ad hominem, argument antonymes, argument complexe, argument contre l'euthanasie, argument contre la peine de mort, argument dictionnaire de langue grec, argument en grec

Traductions

  • arguer en grec - προκαλώ, συμπεραίνομαι, συνάγω, διαφωνώ, επιχειρηματολογώ, καταλήγω, τελειώνω, ...
  • arguez en grec - επιχειρηματολογώ, διαπληκτίζομαι, διαφωνώ, Arguez
  • argumentation en grec - ρυτίδα, επενδύω, παρατάσσω, γραμμή, επιχειρηματολογία, επιχειρήματα, επιχειρηματολογίας, ...
  • argumenter en grec - λόγος, αιτιολογία, αιτία, αποδεικνύω, διαφωνώ, επιχειρηματολογώ, διαπληκτίζομαι, ...
Mots aléatoires
Argument en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ουσία, δήλωση, επαγωγή, πράξη, αποδείξεις, τέλος, κατάσταση, συλλογιστικός, έκπτωση, λήξη, ικανοποιημένο, στοιχεία, απόδειξη, πειστήριο, ικανοποιημένος, ευχαριστημένος, επιχείρημα, το επιχείρημα, επιχειρηματολογία, επιχείρημα αυτό, άποψη