Arrogeant en grec
Traduction: arrogeant, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
οικειοποιείται, ιδιοποίησης κατά, οικειοποιείται την, υπήρχε αντιποίηση, και εκχωρώντας
Autres langues
Mots associés / Définition (def): arrogeant
arrogant definition, arrogeant antonymes, arrogeant grammaire, arrogeant mots croisés, arrogeant signification, arrogeant dictionnaire de langue grec, arrogeant en grec
Traductions
- arrogea en grec - διεκδικήσαμε, σφετερίστηκε, οικειοποιηθεί, σφαίρα σφετερίστηκε
- arrogent en grec - ισχυρίζομαι, ισχυρισμός, διεκδικώ, διεκδίκηση, διεκδικώ άδικως, οικειοποιηθεί, οικειοποιηθεί ένα, ...
- arrogeons en grec - ισχυρισμός, διεκδικώ, διεκδίκηση, ισχυρίζομαι, διεκδικώ άδικως, οικειοποιηθεί, οικειοποιηθεί ένα, ...
Mots aléatoires
Arrogeant en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: οικειοποιείται, ιδιοποίησης κατά, οικειοποιείται την, υπήρχε αντιποίηση, και εκχωρώντας
Traductions: οικειοποιείται, ιδιοποίησης κατά, οικειοποιείται την, υπήρχε αντιποίηση, και εκχωρώντας