Assurées en grec
Traduction: assurées, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ασφαλισμένο, ασφαλισμένος, ασφαλισμένοι, ασφαλισμένου, ασφαλισμένα
Autres langues
Mots associés / Définition (def): assurées
assurées antonymes, assurées dictionnaire, assurées grammaire, assurées mots croisés, assurées signification, assurées dictionnaire de langue grec, assurées en grec
Traductions
- assuré en grec - ακλόνητος, θετικός, εχέγγυος, σταθερός, εδραιώνω, βέβαιος, διασφαλίζω, ...
- assurée en grec - υπό την προϋπόθεση, παρέχεται, υπό τον όρο, παρέχονται, προβλέπεται
- assurément en grec - σίγουρα, σφικτά, ακράδαντα, σίγουρος, αναμφισβήτητα, βεβαίως, βέβαια, ...
- assurés en grec - ασφαλισμένο, ασφαλισμένος, ασφαλισμένοι, ασφαλισμένου, ασφαλισμένα
Mots aléatoires
Assurées en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ασφαλισμένο, ασφαλισμένος, ασφαλισμένοι, ασφαλισμένου, ασφαλισμένα
Traductions: ασφαλισμένο, ασφαλισμένος, ασφαλισμένοι, ασφαλισμένου, ασφαλισμένα