Auvent en grec
Traduction: auvent, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σκιάδα, αποβάλλω, παράγκα, καλύβα, ρετιρέ, Penthouse, Πωλείται ρετιρέ, Ρετηρέ, Διαμέρισμα
Autres langues
Mots associés / Définition (def): auvent
auvent antonymes, auvent bois, auvent camping, auvent camping car, auvent caravane, auvent dictionnaire de langue grec, auvent en grec
Traductions
- autruche en grec - στρουθοκάμηλος, στρουθοκαμήλου, στρουθοκάμηλο, στρουθοκαμήλων, της στρουθοκαμήλου
- autrui en grec - αλλιώς, άλλος, γείτονας, διαφορετικός, δεύτερον, δεύτερος, τελευταίος, ...
- auxiliaire en grec - επικουρία, ακόλουθος, δευτερεύων, θυγατρική, βοήθεια, υποβοηθητικός, βοήθημα, ...
- auxiliateur en grec - βοηθός, βοηθητικός
Mots aléatoires
Auvent en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σκιάδα, αποβάλλω, παράγκα, καλύβα, ρετιρέ, Penthouse, Πωλείται ρετιρέ, Ρετηρέ, Διαμέρισμα
Traductions: σκιάδα, αποβάλλω, παράγκα, καλύβα, ρετιρέ, Penthouse, Πωλείται ρετιρέ, Ρετηρέ, Διαμέρισμα