Bêtise en grec
Traduction: bêtise, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανοησίες, βλακείες, ανοησία, μωρία, ανοησίας, την ανοησία, αφροσύνη
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): bêtise
bêtise antonymes, bêtise citation, bêtise crasse, bêtise de cambrai, bêtise de la guerre victor hugo, bêtise dictionnaire de langue grec, bêtise en grec
Traductions
- bête en grec - αδέξιος, παράλογος, ζώο, γαϊδουρινός, ανίκανος, μουγγός, ηλίθιος, ...
- bêtement en grec - εμβροντησία, νάρκη, κατάπληξη, αδράνεια, ανόητα, foolishly, ανοήτως, ...
- bêtises en grec - ανοησία, μωρία, ανοησίας, την ανοησία, αφροσύνη
- bûche en grec - στηρίγματα, βλάκας, χαζός, κούτσουρο, τούβλο, στουρνάρι, φραγμός, ...
Mots aléatoires
Bêtise en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανοησίες, βλακείες, ανοησία, μωρία, ανοησίας, την ανοησία, αφροσύνη
Traductions: ανοησίες, βλακείες, ανοησία, μωρία, ανοησίας, την ανοησία, αφροσύνη