Baptême en grec
Traduction: baptême, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
βάπτισμα, βάφτιση, βαπτίσματος, το βάπτισμα, βάφτισμα
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): baptême
bapteme, baptême adulte, baptême antonymes, baptême catholique, baptême civil, baptême dictionnaire de langue grec, baptême en grec
Traductions
- baptisées en grec - βαφτίστηκε, βαφτιστεί, βάφτισε, βαπτισθεί, βαπτίστηκε
- baptisés en grec - βαφτίστηκε, βαφτιστεί, βάφτισε, βαπτισθεί, βαπτίστηκε
- baquet en grec - σαπιοκάραβο, μπάνιο, κάδος, μπανιέρα, ντουζιέρα, μπανιέρας
- bar en grec - σκευοθήκη, εμποδίζω, μπαρ, μπουφές, σερβάντα, κάγκελο, φράζω, ...
Mots aléatoires
Baptême en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: βάπτισμα, βάφτιση, βαπτίσματος, το βάπτισμα, βάφτισμα
Traductions: βάπτισμα, βάφτιση, βαπτίσματος, το βάπτισμα, βάφτισμα