Biens en grec
Traduction: biens, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ακίνητο, αγαθά, εμπόρευμα, κτήμα, περιουσία, αγαθό, σπίτι, ιδιοκτησία, ιδιότητα, ιδιοκτησίας
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): biens
base biens, biens a nantes, biens antonymes, biens collectifs, biens communs, biens dictionnaire de langue grec, biens en grec
Traductions
- bienfaiteur en grec - ευεργέτης, ευεργέτη, τον ευεργέτη, ευεργέτης της, δωρητής
- biennal en grec - διετής, ανά διετία, διετή, διετούς, διετείς
- bienséance en grec - κοσμιότητα, φρονιμάδα, ευπρέπεια, ορθότητα, ευπρέπειας, νομιμότητα
- bienséant en grec - πρέπων, ευπρεπής, σωστός, καθωσπρέπει, πρόσφορος, μετριόφρων, σεμνός, ...
Mots aléatoires
Biens en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ακίνητο, αγαθά, εμπόρευμα, κτήμα, περιουσία, αγαθό, σπίτι, ιδιοκτησία, ιδιότητα, ιδιοκτησίας
Traductions: ακίνητο, αγαθά, εμπόρευμα, κτήμα, περιουσία, αγαθό, σπίτι, ιδιοκτησία, ιδιότητα, ιδιοκτησίας